- ἔμφυτα
- ἔμφυτοςinbornneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
GENITALES Notae — apud Amm. Marcell. l. 22. c. 14. Est einm Apis bos diversis genitalium notarum figuris expressis, maximeque omnium corniculantis lunae specie latere dextero insignis; Graecis sunt τὰ ἔμφυτα σημεῖα, quas ingenitas et ingenuas notas vocat Solin. c … Hofmann J. Lexicon universale
NOTAE Genitales — Amm. Marcellin. ubi de bove Aegyptiorum sacro, l. 22. Est enim Apis bos diversis genitalium notarum figuris expressis, maximaque omnium corniculantis Lunae specie dextrô latere insignis: ubi alii legunt, maxime omnium: sunt τὰ ἔμφυτα σημεῖα,… … Hofmann J. Lexicon universale
Γκομπινό, Ζοζέφ Αρτίρ, κόμης του- — (Joseph Artur, comte de Gobineau, Βιλ ντ’ Αβρέ, Μπορντό 1816 – Τορίνο 1882). Γάλλος διπλωμάτης και συγγραφέας. Άρχισε τη διπλωματική του σταδιοδρομία το 1851 ως γραμματέας πρεσβείας στη Βέρνη και αργότερα υπηρέτησε σε διάφορες πρωτεύουσες της… … Dictionary of Greek
φύση — η 1. η υπόσταση όντος (έμψυχο ή άψυχο), η φυσική του κατάσταση και μορφή, η κύρια ιδιότητά του: Η θεϊκή φύση του Χριστού. 2. η ιδιοσυστασία ενός πράγματος, ο χαρακτήρας του, ό,τι έμφυτα έχει, ο εσωτερικός του κόσμος, το φυσικό του, το ήθος, το… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)